logo
logo mobile
logo scroll

Φαρμακευτική αλλεργία

ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΑΛΛΕΡΓΙΑ

Νεώτερα δεδομένα στη διάγνωση και αντιμετώπισή της

Τα φάρμακα μπορούν να προκαλέσουν μεγάλο φάσμα ανεπιθύμητων αντιδράσεων το οποίο εκτείνεται από τις συνηθισμένες και γνωστές παρενέργειες του κάθε φαρμάκου έως τις απρόβλεπτες και βαριές αναφυλακτικές αντιδράσεις που θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή του ασθενούς. Στις ανεπιθύμητες αντιδράσεις από φάρμακα εμπλέκονται όλες οι μορφές ανοσολογικών αντιδράσεων με την εκδήλωση διαφόρων κλινικών εικόνων. Η φαρμακευτικη αλλεργία αφορά περίπου το 15% των φαρμακευτικών αντιδράσεων.


Στη φαρμακευτική αλλεργία περιλαμβάνονται η αιμολυτική αναιμία με θετική αντίδραση Coombs (Τύπου ΙΙ), η νόσος από άνοσα συμπλέγματα με πυρετό, ορονοσία, εξάνθημα και αρθραλγία (Τύπου ΙΙΙ), καθώς και η δερματίτιδα εξ επαφής (Τύπου ΙV).


Σύμφωνα με αμερικάνικες μελέτες (Boston Collaborative Drug Surveillance Program), η εκδήλωση ανεπιθύμητων αντιδράσεων από φάρμακα είναι συχνότερη στους νοσηλευόμενους ασθενείς και ανέρχεται στο 20% του συνόλου των νοσηλευόμενων. Εξ αυτών το 30% περίπου είναι αντιδράσεις υπερευαισθησίας, κυρίως κηλιδοβλατιδώδη εξανθήματα. Η θνητότητα ανέρχεται σε 0,5% περίπου. Σαν κυριότερα υπεύθυνα φάρμακα καταγράφηκαν τα αντιβιοτικά, τα ακτινοσκιερά, τα μυοχαλαρωτικά καθώς και τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα.


Όσον αφορά τους εξωνοσοκομειακούς ασθενείς και τον γενικό πληθυσμό,  η συχνότητα των καταγεγραμμένων ανεπιθύμητων αντιδράσεων από φάρμακα είναι πολύ χαμηλότερη, ανέρχεται στο 8% και εξ αυτών το μισό περίπου είναι αλλεργικές αντιδράσεις.


Ο πιο σημαντικός παράγοντας κινδύνου εκδήλωσης φαρμακευτικής αλλεργίας είναι το ιστορικό προηγούμενης αλλεργικής αντίδρασης στο χορηγούμενο φάρμακο ή σε συγγενική φαρμακευτική ουσία.


Οι γυναίκες και τα νέα άτομα εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης φαρμακευτικής αλλεργίας.


Ορισμένες παθήσεις, ιδιαίτερα λοιμώδεις, φαίνεται ότι σχετίζονται με αυξημένη εκδήλωση ανεπιθύμητων αντιδράσεων σε φάρμακα. Σαν παράδειγμα αναφέρεται η αυξημένη υπερευαισθησία σε αντιφλεγμονώδη φάρμακα που παρουσιάζουν οι ασθματικοί.


Πρόσφατα καταδείχθηκε ο σημαντικός ρόλος των ιογενών λοιμώξεων και ειδικότερα των ανθρώπινων ερπητοϊών στην παθογένεση της φαρμακευτικής αλλεργίας και μάλιστα οι λοιμώξεις αυτές συνδέθηκαν με την εκδήλωση πολύ βαριών αλλεργικών εκδηλώσεων από φάρμακα.

Οι φαρμακευτικές αλλεργικές αντιδράσεις δυνατόν να προκαλούν μεγάλη ποικιλία κλινικών εκδηλώσεων.


Οι κλινικές αντιδράσεις μπορούν να είναι α) μονήρεις π.χ. πυρετός ή να αφορούν β) διάφορα συστήματα του οργανισμού όπως φαρμακευτικά εξανθήματα, ηπατοκυτταρικές αντιδράσεις κ.α.


Ιδιαίτερα χαρακτηριστικές εκδηλώσεις είναι ο πυρετός, η ηωσινοφιλία και η λεμφαδενίτιδα. Επίσης οι φαρμακευτικές αλλεργικές αντιδράσεις ταξινομούνται κλινικά με βάση το χρόνο εμφάνισης τους από τη λήψη του φαρμάκου. Αυτό είναι σημαντικό γιατί προσδιορίζει και τον πιθανό μηχανισμό της αντίδρασης.


Το κηλιδοβλατιδώδες εξάνθημα αποτελεί το πλέον σύνηθες (έως και 75%) των αντιδράσεων αυτών.


Οι ανεπιθύμητες δερματικές αντιδράσεις στην πλειοψηφία τους είναι ήπιες συνοδεύονται από κνησμό και υποχωρούν με τη διακοπή του υπεύθυνου φαρμάκου. Σε ορισμένες περιπτώσεις όμως μπορούν να είναι σοβαρές ακόμα και απειλητικές για τη ζωή.


ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ ΑΛΛΕΡΓΙΑΣ


Κύριος σκοπός της διάγνωσης στη φαρμακευτική αλλεργία είναι να εντοπισθεί το υπεύθυνο φάρμακο και εν συνεχεία να απομακρυνθεί από τον οργανισμό και βέβαια να αντικατασταθεί εφ’ όσον είναι απαραίτητο από κάποιο άλλο εναλλακτικό το οποίο δεν θα προκαλεί τα συγκεκριμένα προβλήματα.


Οι αντιδράσεις εμφανίζονται συνήθως δύο έως τρεις εβδομάδες μετά τη λήψη ενός καινούργιου φαρμάκου και εφ’ όσον ένα φάρμακο χορηγηθεί τακτικά για διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών σπάνια μπορεί να προκαλέσει πλέον φαρμακευτική αλλεργία.

.